Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017


Κυανό


Τα μάτια σου, χρώμα φορούν της θάλασσας τα πλάτη
κι έχουν για λάμψη αμόλυντο το πάλλευκο τ' αλάτι.
Ό,τι περνά και σε θωρεί, πώς χαίρεται μπροστά σου,
πώς χαίρεται να ζει σιμά στα κύματα - ριχτά σου.

Τα χείλη σου, ροδόσταμο· λεπίδα - οργής, φωτιά.
Ποιος γλάρος που δε ζήλεψε τη δίνη σου, νοτιά;
Άνεμος γίνε και πανί για να βρεθείς κοντά μου,
για να βρεθείς με ανατολή μέσα στην αγκαλιά μου.

Δυο χρόνια που στερήθηκα το γαλανό σου κύμα
και δυο, σαν που σαλπάρισες με το λευκό σου ντύμα.
Με τη σιωπή κοιμήθηκα μονάχη έναν χειμώνα,
και μι' άνοιξη, που αγκάλιασα στου χρόνου τη βελόνα

και μάτωσα: σαν άκουσα τις βύθιες τις κραυγές σου
γι' αυτό, κλωστές και σου ΄πλεξα σκουτί το λυκαυγές σου.
Η οσμή, της νύχτιας θύμησης, στη μνήμη σου θυμάρι
και υπό τα τόσα θλιβερά, το ασύγκριτο φεγγάρι.


©Kalliopi Tsouchlis