Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 2017

 

Κόρη του Πελάγους


Πνοή μου πελαγίσια, κοίταξε έξω, να δεις που βρέχει… Βρέχει και στην καρδιά μου, ξεβράστηκαν τα βλέφαρα και πότισαν το δέρμα μου, μαζί και την ψυχή μου…

Στήνω σκαλοπάτι, στη δίνη τ’ αποχωρισμού, ν' ανεβώ και ν’ ανασάνω… Να λυγίσω, να δακρύσω, χάρη να μη ζητήσω… Ο ουρανός, μονάχα να κοιτάει κι η πλάση, να ράβει τις σιωπές μου…

Ανέγγιχτε εαυτέ μου και πώς να σ’ αρνηθώ; Δώσε μου το ίχνος της σκιάς, τη νύχτα να θολώσω, τη μέρα ν’ αγκαλιάσω, μήπως και θυμηθώ τι πάει να πει, χαμόγελο από καρδιάς σταλμένο και σ’ άνεμο ειπωμένο…

Καταμεσής στα πέλαγα σε χάνω, ζωή μου ταξιδιάρα… Κρατάς πυξίδα στο βορρά και το κορμί μου σέρνεις… Το βήμα της προπέλας, μες στα σπλάχνα μου βρυχάται…

Τι κι αν απόψε σ’ αρνηθώ; Αύριο πάλι θα ‘σαι εδώ…Να σε κοιτώ να χάνομαι, χρόνο να μη λογίζομαι, στις χαραυγές να νείρομαι και στο φιλί να πνίγομαι…

Κι αν τα χρόνια μου, στειρώσουν την κραυγή, εσύ να μην διστάσεις… Τα δάχτυλα μου τα βρεγμένα, στο χάδι θα μιλούν και τα όνειρα μου, τα φθαρμένα, με μια βουή, μ’ ένα σφυγμό, μιαν αγάπη, στην άμμο θα κτίσουν…

Κι ο έρωτας θα δέσει στον παλμό και τα κορμιά, θα γίνουν ένα…Θυμάσαι; Γύρνα το χρόνο πίσω και θυμήσου, τα βράδια στη βαρδιόλα, που τη βροχή κοιτάζαμε…

Ένα γινόταν το βρόχινο νερό, με την καρδιά της κυματούσας, ένα γινόμασταν κι εμείς, κάτω απ’ του ουρανού το στέγαστρο...

Γυρίσαμε της μοίρας της σελίδας, θύματα του χρόνου, θύτες και των ψυχών μας, λιποτάκτες...Θυμάσαι; Σου είχα πει τόσες φορές, μην θάβεις τις λέξεις μες στην άμμο, τ’ απόνερα του καραβιού, θα ΄ρθουν και θα γκρεμίσουν τα θεμέλια…

Δεν μ’ άκουγες κι ο πύργος μας, γκρεμίστηκε… Δεν ήσουν εκεί, είχες πνιγεί, μια νύχτα στον Ειρηνικό… Η ψυχή σου, μου μιλούσε κι εγώ αναίτια, γνωρίζοντας το θάνατο, έψαχνα τρόπους να σε βρω…

Σε μιας στιγμής απόφαση, στο νεκροφίλημα σου, αντάμωσα τα νιάτα μου και τη ζωή, που χάσαμε…

Σ’ ενός λεπτού σιγή, τα σωθικά μου διέλυσα κι ο πόνος μου, βαπτίστηκε στ’ όνομα που λάτρεψες…

Κόρη του πελάγους…


©Kalliopi Tsouchlis