Σάββατο 7 Οκτωβρίου 2017

 

Οδυσσέας και Πηνελόπη  II


Θάλασσα, εσύ – γαλήνη μου και της καρδιάς μου μούσα,
πόθε γλυκέ του ονείρου μου που από παιδί κεντούσα,
μύρια καράβια κι εύμορφα που σου 'πλεκα λιμάνια,
με χάντρες και σε στόλιζα με τα χρυσά γιορντάνια,


πού είναι, πια και δεν μπορώ να νιώθω μακριά μου,
κι άλλο δεν έχω παρ’ αυτά τα έρμα δάκρυα μου,
κι ό,τι από εκείνου τ’ όνειρο ξεπλέκω μεσημέρι,
να το αναπλέκω ψάχνοντας ποιο κύμα θα τον φέρει.


Παρακαλώ σε, θάλασσα, φέρε τον πάλι πίσω,
απόψε, τώρα! που ποθώ τα χείλη να φιλήσω,
πόνο μη νιώθω, στεναγμό κι άλλο να μη λυπάμαι.
Να πάψω πια, σαν όνειρο και μόνο να θυμάμαι.


......................


Θάλασσα, σμαραγδένια μου και νόστε της καρδιάς μου,
που μάγεψες συ τ' αύριο της σιωπηρής μιλιάς μου,
δώσε κι απόψε της ψυχής το δροσερό σου χάδι,
να βγω για λίγο απ' το βαθύ το δολερό σκοτάδι


Θάλασσα! σμαραγδένια μου σ' εσέ θα γονατίσω,
για να σου πω τον πόνο μου και να σου μολογήσω,
πως στ' αλμυρά μου δάκρυα, ελπίδα έχω κρυφή μου,
κύμα να φέρει, να μπορεί να τρέφεται η ψυχή μου.


Ω πλατυτέρα, Θάλασσα, Σε Παναγιά που ράνω
με τ' άγια μύρα της καρδιάς, τον πόνο μου να γιάνω,
απόψε πάλι λαχταρώ να ερχόταν πάλι πίσω.
Γονυπετούσα, προσδοκώ πάλι ζωή να ελπίσω. 


©Kalliopi Tsouchli