Παρασκευή 18 Αυγούστου 2017

 

Φυγή ΙΙ


Κάποια στιγμή, λίγο πριν το τέλος, κλήθηκε να έρθει αντιμέτωπη με τον εαυτό της… Εκείνη, ο καθρέπτης και τ’ αδειανά της χέρια… Τα τσιγάρα αραδιασμένα στο τασάκι κι η στάχτη τριγύρω να κουρσεύει τον λυγμό…

Το μυαλό της σαν μια πύρινη φλόγα που έκαψε κάθε ρανίδα λογικής, την ανάγκασε να μιλήσει στον καθρέπτη και τα λόγια σαν μαχαιριές τον ράγιζαν… Κάθε λέξη μια πληγή, κάθε δάκρυ μια στάλα αίμα…

Αμείλικτη η ουσία κρατώντας σφιχτά μιαν απουσία αθέλητη, δύσμοιρη και κακογραμμένη σ’ ένα βρεγμένο πακέτο από ανύπαρκτα όνειρα… Κι εκείνη εκεί, όρθια να κοιτάζει το καταρρακωμένο είδωλο και τις χαμένες της στιγμές…

Στον καθρέπτη απέναντι, έγραψε και τον επίλογο, δίχως μελάνι πια… Την θέση του πήρε το δάκρυ που θόλωνε το γυαλί κι η παγωμένη της ανάσα που βύθιζε τον νου της… Δεν είχε άλλη επιλογή…

Τι κι αν δεν ήθελε, αναγκάστηκε να το κάνει… Ήξερε καλά πως οι δυο λέξεις που σημάδεψαν την ζωή της, δεν θα πουληθούν ποτέ και σε κανέναν… Η περηφάνια κι η νοημοσύνη…

Δυο λέξεις, μια ζωή κι ένα τέλος στο μεταίχμιο… Ξέρεις ποιος πονάει πιο πολύ; Εκείνος που δίχως να θέλει, φεύγει… Εκείνος που τολμάει να κάνει την γροθιά μαχαίρι και να το καρφώσει κατάστηθα…

Εκείνος που κοιτάζει το αίμα του και του φωνάζει, φύγε να με λυτρώσεις… Εκείνος που γονατίζει μόνος με την αυλαία στα πατώματα και την ψυχή στα παρασκήνια…

Άσχημη παράσταση η φυγή, άσχημη κατάληξη κι ο πόνος που επιφέρει…

Δυστυχώς,

Η Μοίρα της αγάπης πάντοτε πενθεί…


©Kalliopi Tsouchlis