Τρίτη 26 Σεπτεμβρίου 2017

 

Άπαξ 


Μία παγωμένη νύχτα, μόνη και βυθισμένη στ' ανείπωτα, 
ήρθες στην πλώρη μου, φανάρι απροσπέλαστο...
Θαρρείς, η λάμψη σου, φώτισε το παρελθόν μες τη ψυχή μου, 
ένα παρόν, μου χαμογέλασε κι ένα μέλλον την αγκαλιά του άνοιξε...


Τα δάχτυλα μου, παγωμένα κι η καρδιά αυτόματος πιλότος…
Τα δάκρυα καυτά, αγκάλιαζαν το πρόσωπο, λες κι ήταν 
οι παλάμες σου, εκείνες που με χαϊδευαν...
Η σκέψη μου, ταξίδευε στα μάτια σου, για χρόνους και καιρούς...


Εντός μου κράτησα, τα κλειδιά της αρνησιάς και πάλεψα, 
μ' εκείνο το θεριό...Τρεις συλλαβές, οι μέρες κι οι νύχτες μου…
Κοιτούσα τη φωτογραφία, γελούσα στο κενό...
Τ' αγκάθια σου πολλά, αμέτρητες πληγές...


Καρφώθηκες στα σωθικά μου, πήρες και την καρδιά μου.... 
Άφησες το βλέμμα μου, να σε κοιτώ, για να σε νοιάζομαι, 
να παίρνω δύναμη στο λυτρωμό...Στης τροχιάς μου, το κατώγι, 
εσύ ήρθες στον επίλογο κι έμελλε να γράψεις, μύρια μυστικά...


Φυλαχτό εντός μου σε κρατώ, σε χίλια ξημερώματα...
Κάθε χάδι και λεπτό, κάθε ώρα και διωγμός.... 
Κι αν τα χρόνια, προσπεράσουν, στο κάτοπτρο μου, 
τ' όνομα σου, θα φαντάζει... Της μοίρας μου διωγμέ, να με  θυμάσαι… 


Σ’ αγαπώ…


©Kalliopi Tsouchlis