Τρίτη 14 Νοεμβρίου 2017

 

Μύδρος


Ζαλίζομαι καθώς μου ψιθυρίζεις μέσα στο μεσονύχτι,
Τα μάτια μου ορθάνοιχτα χάνουν τον έλεγχο τους,
Σαν τα σπλάχνα μου ν’ αγγίζεις τώρα που τραγουδώ,


Ίσως ακούγεται δραματικό μα δεν μπορεί να είναι,
Συμβαίνει κάθε ώρα στο χάδι των λεπτών,
Κι εκείνη η όψη σου μεθάει τη στιγμή μου,


Κοιτάζω το ποτήρι μα το κρασί δε γεύομαι,
Σαν να χάνομαι ξανά στης ανασφάλειας το άκρο,
Σ’ αφήνω να με σαγηνέψεις καθώς σου δίνω χρόνο,


Είναι το μόνο που μπορώ πλάι μου να σε νιώσω,
Δε θέλω να χαθείς μήτε να προσπεράσεις,
Κοίταξε στον καθρέφτη τη φλόγα από το είδωλο,


Πρόσεχε μόνο, μην καείς από την τολμηρή ανάσα,
Κι όσο η σπίθα σου τινάζει στο εφικτό τ’ ανύπαρκτο,
Μη ρίχνεις άλλο οινόπνευμα στο τραύμα της σιωπής μου. 


©Kalliopi Tsouchlis



Άρια


Συναίσθημα ζητά ο άνθρωπος για να χαμογελάσει,
Εκείνο το αόρατο τ' άπιαστο που δεν κοστίζει δράμι,
Ν’ αλλάξει χρώμα ο ουρανός τη μέρα της λαμπρής,


Το χάδι να σφραγίσει την ώρα της ωδής,
Συνοδοιπόροι επτά νότες σε μια αύρα μελωδίας,
Δεξίμι είναι τ’ όνειρο κι ας το πουλάνε ακριβά,


Μέσα τους το φυλάνε εκείνοι οι αδικαίωτοι,
Σ’ εκείνους τράβα να το βρεις κι απλόχερα να στο χαρίσουν,
Για μια στιγμή ελεύθερος να νιώσεις τη μαγεία,


Άσε τα φυλλοκάρδια σου ν’ αφουγκραστούν της λύρας το δοξάρι,
Μην τα κρατάς βαλσαμωμένα στης νύχτας το επίπεδο,
Να λυτρωθείς να κλάψεις κι ας είναι να πεθάνεις.


©Kalliopi Tsouchlis



Ενύπνιο


Πέτα ψυχή μου ταξιδιάρα τον άνεμο να φτάσεις,
Να γονατίσει σαν σε δει στα όμορφα φτερά σου να χαθεί,
Δώσε το ρεύμα της καρδιάς την ιστορία γι' άλλοθι,


Κι αν είναι κωμωδία, στην κατακλείδα θα φανεί,
Τερμάτισε τα χειριστήρια λικνίσου στην ορμή της,
Κάνε τα πέλαγα δικά σου και το θεριό μαστίγωσε,


Στολίζει ο ήλιος τον καθρέφτη μοσχοβολά τ’ αγιάζι,
Περπάτα πάνω στην κουβέρτα λυμένο στερνοπούλι,
Εγκάρδια να της γελάς καθώς θα της μιλάς ,


Μα όσο καλπάζει η προπέλα με συνοδούς τα χνάρια,
Χρώματα σταλμένα απ' το βυθό τα ρέλια θ' αγκαλιάζουν,
Κι η γη μας θα κινείται μ' επίλογο το σεληνόφως.


©Kalliopi Tsouchlis



Όρτσα


Εμένα που με βλέπεις κύματα δε φοβάμαι,
Τη θάλασσα την αγαπώ στον κόρφο μου την έχω,
Στιγμή δεν καρδιοχτύπησα κι αυτό μου δίνει ρίγος,


Τον άνθρωπο λυπήθηκα εκείνο το δειλό,
Αυτός που κουρελιάστηκε στης μοναξιάς τη λύρα,
Δόλια μυαλά και κάστρα σε μιας στιγμής ασπίδα,


Δε μου ταίριαξε ποτέ ο κόσμος της τρομάρας,
Εγώ λατρεύω τα γλαρόνια που ανοίγονται παλικαρίσια,
Με τον Ατλαντικό μιλώ και σιγοτραγουδώ,


Ρώμη δεν έχεις να καπελώσεις τον αέρα,
Γιατί σαν έρθει και βροντήξει τον κυνισμό σου θα ξεφτίσει,
Άπραγος θα τρέμεις στο αν θα σε σαρώσει,


Αρπάζει η πλώρη την καρδιά και μακριά την πάει,
Το σώμα στο σκαρί και η ψυχή αλάργα,
Ελεύθερος στη γέννα του περήφανος στο τέλος.


©Kalliopi Tsouchlis