Παρασκευή 10 Νοεμβρίου 2017

 

Του Ναυτικού η Μοίρα


Μεσάνυχτα η ώρα τέσσερις σε λίγο ξημερώνει,
Μια εκθαμβωτική πανσέληνος λούζει την κουβέρτα,
Κοιτάζω το ραντάρ κι ο νους αναρωτιέται που ταξιδεύει η ψυχή μου,


Το ρεύμα δευτερόπρυμα κι η προπέλα σαν ξίφος χαράζει τα νερά,
Δακρύζουν τα μάτια ξαφνικά υποκλινόμενα στη φύση,
Λάμπει τόσο το φεγγάρι καθώς χαρίζει σάρκα και οστά, στην ψυχρή λαμαρίνα,


Είναι εκείνος ο μοσχομυριστός αέρας της Μεσογείου, που τα σπλάχνα γαληνεύει,
Απαγκιάζουν οι παλμοί μου βλέποντας τη Μάλτα απ' τα αριστερά,
Άρχισαν ν' ακούγονται ξαφνικά γνώριμες φωνές κι ο ασύρματος λυγίζει,


Είναι η Ελλάδα μου που αγκαλιάζει το σκαρί με τη γαλανόλευκη περήφανη κι ατίθαση,
Ίσως είναι και η Μάνα μου που νιώθω πως πηγαίνω όλο και πιο κοντά της,
Εκείνο το αίμα που βράζει καθώς κυλάει μέσα του της θάλασσας η αλμύρα,


Σε λίγο θ' αρχίσει να χαράζει προσμένω να γευτώ το χρώμα της Ανατολής,
Λαχταρώ ν' ακούσω τη μιλιά εκείνων που δεν έχω,
Στην πρύμνη θα 'μαι τ' απόνερα να με τυλίγουν στον ήχο των κυμάτων.


©Kalliopi Tsouchlis



Ραγισμένοι κόσμοι


Τα μάτια ερμητικά κλειστά κι ο πυκνός καπνός τυλίγει τα κορμιά,
Μόνο δυο καρδιές ακούγονται και σκίζουν τη νύχτα σε κομμάτια,
Σαν το βιολί κρατώ τα δάχτυλα σου κι αφήνω την ανάσα μου, να νιώσει τον παλμό,


Μια ανεξήγητη οργή αιωρείται στο σκοτεινό δωμάτιο με το φιλί κυκλώνεται,
Στα δάκρυα μου περνάει η παρουσία σου και σαν το κρύσταλλο με σπάει, 
Χάνομαι στη βουρκωμένη αγκαλιά σου λυγίζω και διώχνω το θυμό μου,


Ενώνω τις σιωπές μου αφήνοντας των ρολογιών τους δείκτες να με κοιτάζουν,
Ξεκίνα πάλι για να βρεις την άκρη της κλωστής στ’ όνομα του κάτω κόσμου,
Επτασφράγιστο κιτάπι ο έρωτας που χάθηκα μαζί σου,


Αρνούμαι να δω τον ήλιο να σπάσει τη σιγή του άλλοθι,
Σκάρτα λόγια κι απώλειες μάταια περπάτησαν στο δρόμο μας,
Κι εσύ περαστικός κι αμείλικτος έγινες γνώμονας μου τα βράδια με βροχή.


©Kalliopi Tsouchlis



Ψυχής φυλαχτάρι


Να 'ρθεις να λύσεις τη σιωπή μου για ένα βράδυ μόνο,
Μια αισθησιακή στιγμή στο γόητρο των αστεριών,
Το απαγορευμένο φυλαχτό μου να γίνει μια υπόνοια,


Το χειροφίλημα στα παγωμένα δάχτυλα ακόμα το θυμάμαι,
Κάπως έτσι ζεσταίνω τα κρυστάλλινα ξενύχτια μου,
Μια θύμηση αξέχαστη το θαύμα της αφής σου,


Το χάδι στο φιλί έρχεται και χαρίζει στα μάτια μου στολίδια,
Η λυγερή σκιά σου χορεύει με τα ρομαντικά σκοτάδια μου,
Είσαι η φωνή που έκανα τραγούδι με στίχους από έρωτα,


Ένα κορμί φλεγόμενο σαν το κερί που σιγολιώνει,
Παράτολμη και άστατη η αύρα των χειλιών σου,
Μα εγώ με το μολύβι μου θα γράψω στη σελίδα μας.


©Kalliopi Tsouchlis



Άτολμη αλήθεια


Φοβάμαι τόσο μήπως κάποια στιγμή γίνει το χάδι μου λεπίδι,
Αρνήθηκα το λευκό μου για ένα μαύρο μοχθηρό που σε τυλίγει,
Ένα ξημέρωμα η ματωμένη σου στιγμή στο ξίφος της ζωής,


Μια υποσχόμενη βραδιά η σονάτα η δική μου,
Ανάλαφρη η σκέψη μου χορεύει με τη θάλασσα,
Όνειρα κι αστροπελέκια χάραξαν το δρόμο μου,


Σου έδειχνα τον σπινθηρίζον φάρο κι ούτε που χαμογέλασες,
Μάταια τόλμησα ν' αγγίξω το σάπιο σου κουφάρι,
Αβάσταχτος ο πόνος της μισητής σου ύπαρξης,


Σαν τη ρουλέτα γύριζες κάνοντας στάχτη το συναίσθημα,
Ένα ατυχές ποντάρισμα στο διάβα της ζωής μου, στάθηκες,
Μα μόνο να θυμάσαι το ψέμα του αξιοθρήνητου εαυτού σου.


©Kalliopi Tsouchlis